Ραγδαίες είναι οι εξελίξεις στο εσωτερικό της χώρας με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να δηλώνει μετά την αποχώρηση των ΑΝΕΛ απ’ την κυβέρνηση ότι θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή.
Πιο συγκεκριμένα, μετά την ανακοίνωση του Πάνου Καμμένου ότι οι ΑΝΕΛ αποχωρούν απ’ την κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας σε δήλωσή του αμέσως μετά τη συνάντηση μαζί του, ανέφερε ότι θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή.
Σύμφωνα με πληροφορίες η διαδικασία για την ψήφο εμπιστοσύνης αναμένεται να ξεκινήσει στη Βουλή την Τρίτη και ν’ ολοκληρωθεί την Πέμπτη όταν πραγματοποιηθεί και η σχετική ψηφοφορία.
Τι προβλέπει, όμως, το Σύνταγμα για τη διαδικασία της ψήφου εμπιστοσύνης;
Το άρθρο 84 του Συντάγματος «Εμπιστοσύνη της Βουλής-Αρχή της δεδηλωμένης» αναφέρει ότι η κυβέρνηση οφείλει να έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Η κυβέρνηση εξαρτάται από την εμπιστοσύνη της Βουλής και αναλαμβάνει και ασκεί νομίμως τα καθήκοντά της, μόνον και καθόσον έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από αυτή. H κυβέρνηση που ορκίζεται μετά τις εκλογές, παίρνει την εμπιστοσύνη της Βουλής, παίρνει δηλαδή τη δεδηλωμένη.
Σύμφωνα με το άρθρο 84 του Συντάγματος, η Βουλή μπορεί με απόφασή της να αποσύρει την εμπιστοσύνη της από την Κυβέρνηση ή από μέλος της. Ψήφος εμπιστοσύνης μπορεί να ζητηθεί οποτεδήποτε από την κυβέρνηση, ανάλογα με την πολιτική συγκυρία.
Η αντιπολίτευση από την πλευρά της έχει τη δυνατότητα ν’ υποβάλλει πρόταση δυσπιστίας. Παρόλα αυτά, τίθεται ένας χρονικός περιορισμός στη θεσμική δυνατότητα της αντιπολίτευσης να υποβάλλει την πρόταση δυσπιστίας. Συγκεκριμένα, η πρόταση δυσπιστίας μπορεί να υποβληθεί μόνο μετά την πάροδο εξαμήνου αφότου η Βουλή απέρριψε μια προηγούμενη πρόταση δυσπιστίας.
Την πρόταση δυσπιστίας θα πρέπει να υπογράψει το ένα έκτο τουλάχιστον των βουλευτών και να συμπεριλαμβάνει σαφώς τα θέματα για τα οποία θα διεξαχθεί η συζήτηση στη Βουλή. Αν όμως μια πρόταση δυσπιστίας στηρίζεται από την πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, τότε κατ΄εξαίρεση μπορεί να υποβληθεί και πριν την πάροδο εξαμήνου, αφού σε αυτήν την περίπτωση θεωρείται σίγουρο ότι θα ευδοκιμήσει.
Η συζήτηση για την πρόταση εμπιστοσύνης ή δυσπιστίας αρχίζει μετά δύο ημέρες από την υποβολή της σχετικής πρότασης, εκτός αν η κυβέρνηση, σε περίπτωση πρότασης δυσπιστίας, ζητήσει να αρχίσει αμέσως η συζήτηση. Η τελευταία δεν μπορεί να παραταθεί πέρα από τρεις ημέρες από την έναρξή της. Η ψηφοφορία για την πρόταση εμπιστοσύνης ή δυσπιστίας διεξάγεται αμέσως μόλις τελειώσει η συζήτηση, μπορεί όμως να αναβληθεί για 48 ώρες αν το ζητήσει η κυβέρνηση.
Πρόταση εμπιστοσύνης γίνεται δεκτή με την πλειοψηφία των παρόντων, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη από τα 2/5 του όλου αριθμού των βουλευτών, δηλαδή δεν μπορεί να είναι κατώτερη από 120 θετικές ψήφους. Στην περίπτωση που η κυβέρνηση στηριχθεί στη θετική ψήφο λιγότερων των 151 βουλευτών (δηλαδή από 120 έως 150 βουλευτών), τότε έχουμε κυβέρνηση «ανοχής».
Αντίθετα, για να γίνει δεκτή μια πρόταση δυσπιστίας απαιτείται απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, δηλαδή απαιτείται τουλάχιστον 151 βουλευτές να ψηφίσουν κατά της κυβέρνησης.
Το Σύνταγμα επιδιώκει την κυβερνητική σταθερότητα, γι΄αυτό προβλέπει διαφορετικές πλειοψηφίες που επιτρέπουν την επιβίωση μιας κυβέρνησης, έστω και με την ανοχή κάποιων βουλευτών.
Σύμφωνα με το άρθρο 141 του Κανονισμού της Βουλής, η κυβέρνηση μπορεί οποτεδήποτε να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής με γραπτή ή προφορική δήλωση του πρωθυπουργού στη Βουλή. Η ψηφοφορία για την ψήφο εμπιστοσύνης είναι ονομαστική.
Όσον αφορά τις σημερινές εξελίξεις, η αποχώρηση των Ανεξάρτητων Ελλήνων απ’ την κυβέρνηση δεν σημαίνει κάτι με βάση το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, εάν η κυβέρνηση εξακολουθεί ν’ έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Η κυβέρνηση μπορεί να συνεχίσει ως κυβέρνηση ανοχής.
Παρόλα αυτά, υπενθυμίζεται ότι ο πρωθυπουργός στη συνέντευξη που παραχώρησε την περασμένη Τετάρτη στο Open δήλωσε ότι δεν του αρκεί ψήφος ανοχής, ότι δηλαδή δεν αρκεί ένα αποτέλεσμα μεταξύ 120 και 150 θετικών ψήφων αλλά θέλει ν’ εξαντλήσει την κυβερνητική θητεία έχοντας τη στήριξη 151 βουλευτών τουλάχιστον, δηλαδή την απόλυτη πλειοψηφία, καθώς ο κ. Τσίπρας αναγνωρίζει ότι με ψήφους κάτω των 151 τίθεται πολιτικό ζήτημα.